Τεστ καταλληλότητας για εν τω βάθει νευροδιέγερση (DBS)

Εάν ένας ασθενής δεν έχει την προσδοκώμενη βελτίωση από την φαρμακευτική αγωγή ή από τις ενέσεις αλλαντικής τοξίνης, εφόσον ενδείκνυνται για την πάθησή του, τότε ο σύγχρονος τρόπος αντιμετώπισης, είναι οι παρεμβατικές θεραπείες όπως η εν τω βάθει εγκεφαλική διέγερση (DBS) ή η εμφύτευση αντλίας χορήγησης του κατάλληλου φαρμάκου (υποδόρια χορήγηση για την απομορφίνη και ενδονηστιδική για τη γέλη λεβοντόπα-DUODOPA).

Ενώ όμως η εμφύτευση τόσο του νευροδιεγέρτη όσο και της αντλίας φαρμάκου διενεργούνται από εξειδικευμένο ιατρό (Νευροχειρουργό για το DBS και Γαστρεντερολόγο για την αντλία της λεβοντόπα-DUODOPA), ο έλεγχος καταλληλότητας του ασθενή που θα έχει ευεργετική και όχι αρνητική εξέλιξη από μια τέτοια παρεμβατική θεραπεία, γίνεται αποκλειστικά από εξειδικευμένο και έμπειρο στις θεραπείες αυτές, Νευρολόγο.

Ο Αναπληρωτής Καθηγητής Νευρολογίας, ειδικός στις κινητικές διαταραχές, Δρ. Χρήστος Σιδηρόπουλος, αναλαμβάνει με μεγάλη εμπειρία τον έλεγχο καταλληλότητας για την εφαρμογή της εν τω βάθει εγκεφαλικής διέγερσης και αντλίας DUODOPA  (DBS & L-DOPA).

L- Dopa test για την τω βάθει εγκεφαλική διέγερση (DBS)

Για την εν τω βάθει εγκεφαλική διέγερση (DBS) απαιτείται η εμφύτευση ενός νευροδιεγέρτη. Οι κυριότερες ενδείξεις της DBS  είναι η Νόσος του Parkinson, ο ιδιοπαθής τρόμος και η δυστονία.  Κατάλληλοι είναι και ορισμένοι ασθενείς με επιληψία, χρόνιο πόνο και ψυχιατρικά νοσήματα.

Πριν όμως από την επέμβαση εμφύτευσής του νευροδιεγέρτη διενεργείται το ονομαζόμενο L- DOPA test ή αλλιώς, δοκιμασία πρόκλησης με λεβοντόπα. Παρακάτω παρουσιάζονται τα κριτήρια ανά πάθηση. Εάν ο ασθενής τα πληροί, τότε ξεκινά μία δοκιμαστική εφαρμογή.

Για να διαπιστωθεί η καταλληλότητα για DBS ενός ασθενή με Πάρκινσον γίνεται διακοπή των αντιπαρκινσονικων φαρμάκων που λαμβάνει ο ασθενής για περίπου 12 ώρες και στη συνέχεια ξεκινά η δοκιμασία η οποία διαρκεί 2-4 ώρες. Στον ασθενή χορηγείται συγκεκριμένη ποσότητα λεβεντόπας προκειμένου να βρεθεί στην καλύτερη δυνατή κινητική κατάσταση και να γίνουν οι συγκριτικές μετρήσεις. Τα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού μαζί με τον νευροψυχολογικό έλεγχο και τη μελέτη των απεικονιστικών εξετάσεων του ασθενούς δίνουν την έγκριση για την εφαρμογή της εν τω βάθει εγκεφαλικής διέγερσης, με προϋπόθεση ότι εγκρίνει ο ίδιος ο ασθενής. 

Ακολουθεί ο προεγχειρητικός έλεγχος του ασθενή στην Κλινική και στη συνέχεια τοποθετείται ο νευροδιεγέρτης με τοπική αναισθησία με τον ασθενή  ξύπνιο, ώστε να  ελέγχεται το αποτέλεσμα της ηλεκτρικής διέγερσης με συνεχείς δοκιμασίες και να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.   

Μετά την τοποθέτηση του νευροδιεγέρτη ο Νευρολόγος Δρ. Χρ. Σιδηρόπουλος, με εξαιρετικά μεγάλη για τα ελληνικά δεδομένα εμπειρία,  από την παρακολούθηση εκατοντάδων ασθενών με DBS στις ΗΠΑ, αναλαμβάνει να παρακολουθεί και ρυθμίζει τον  διεγέρτη σύμφωνα με τις ανάγκες του ασθενή, σε συνεργασία με τον φροντιστή της εταιρείας του νευροδιεγέρτη. Επανεξετάζει τον ασθενή μαζί με τον Νευροχειρουργό σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα.

Με ποια κριτήρια γίνεται η γενική επιλογή των ασθενών για την εφαρμογή DBS;

Ισχύουν ως γενικά κριτήρια, ότι η κατάσταση του ασθενούς επιτρέπει τη διενέργεια επέμβασης, ο ασθενής δεν έχει άνοια, ατροφία εγκεφάλου, δεν πάσχει από ψυχιατρικές διαταραχές, δεν είναι ενεργός ογκολογικός ασθενής και δεν είναι πάνω από 75 ετών.

Εάν είναι ασθενής με νόσο Πάρκινσον:

Η συντηρητική φαρμακευτική θεραπεία δεν φαίνεται να τους εξασφαλίζει επαρκές λειτουργικό αποτέλεσμα ή είναι αποτελεσματική, αλλά υπάρχει η ανάγκη συνεχούς αύξησής της. Όταν η παραμένουσα στον ασθενή (μετά τη συντηρητική φαρμακευτική αγωγή) δυσλειτουργία εμποδίζει τη ζωή και τις καθημερινές δραστηριότητες του. Όταν υποβλήθηκε με θετικό αποτέλεσμα στο  L-dopa test.

Η μέθοδος δεν στοχεύει στην ίαση, αλλά στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών, στην μείωση των παρενεργειών της μακροχρόνιας φαρμακευτικής αγωγής και σε αρκετές περιπτώσεις στην μείωσή της.

Εάν είναι ασθενής με ιδιοπαθή τρόμο:

Εάν έχουν φαρμακοανθεκτικό τρόμο που δυσχεραίνει σημαντικά την ποιότητα ζωής του ασθενούς.

Εάν είναι ασθενείς με δυστονία:

Ενδείκνυται για ασθενείς με γενικευμένη δυστονία, με αυχενική δυστονία και με δυστονικό τρόμο καθώς και άλλες συγγενείς και ιδιοπαθείς μορφές δυστονίας. Ωστόσο, δεν έχει την ίδια αποτελεσματικότητα σε όλους τους τύπους δυστονίας.  Γενικά όσο νωρίτερα στην πορεία της νόσου και πριν την εμφάνιση μόνιμων σκελετικών παραμορφώσεων, τόσο καλύτερα τα αποτελέσματα.

Αποτελέσματα

Τα αποτελέσματα της εν τω βάθει εγκεφαλικής διέγερσης στη νόσο του Πάρκινσον μπορούν να  οδηγήσουν σε σημαντική μείωση της φαρμακευτικής αγωγής  κατά 25 έως και 75%. Επιφέρουν ανά πάθηση:

Σιδηρόπουλος Χρήστος, MD, PhD

Σιδηρόπουλος Χρήστος, MD, PhD

Αναπλ. Καθηγητής Νευρολογίας Michigan State University, ΗΠΑ
Ειδικός στη Νόσο του Πάρκινσον, στις Κινητικές Διαταραχές και στις άνοιες.
16 χρόνια μετεκπαίδευσης και εξειδίκευσης σε ΗΠΑ, Γερμανία, Καναδά
Εξειδικευμένος στη χρήση της αλλαντικής τοξίνης για νευρολογικές παθήσεις
Τεράστια εμπειρία στον έλεγχο καταλληλότητας για την εν τω βάθει νευροδιέγερση (DBS) και στην παρακολούθηση ασθενών

Ενημερωθείτε για τις σύγχρονες νευρολογικές θεραπείες